Η πρόταση της εισαγγελέως Μαρίας-Ελένης Νικολού για απαλλαγή του Ηλία Μίχου από τις κατηγορίες του βιασμού και της μαστροπείας προκάλεσε το λαϊκό αίσθημα και κινητοποίησε δικαιολογημένες αντιδράσεις. Πέρα από την αίσθηση ατιμωρησίας που δημιουργεί, εκπέμπει μήνυμα σιωπής για τα ανήλικα θύματα των βιασμών και της κακοποίησης και κλονίζει και τα τελευταία υπολείμματα εμπιστοσύνης στη δυνατότητα της πολιτείας να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να προστατεύει τα ανήλικα παιδιά.
Τα εκπαιδευτικά σωματεία πήραν από την πρώτη στιγμή θέση και ανέλαβαν την ευθύνη που τους αντιστοιχεί να στηρίξουν υλικά την πολυμελή οικογένεια του 12χρονου κοριτσιού, να καλέσουν σωματεία, συλλογικότητες και φορείς να κάνουν το ίδιο και να αναδείξουν πολύπλευρα το θέμα ώστε να μη μείνει κανένα παιδί απροστάτευτο απέναντι στους βιαστές και τους κακοποιητές.
Σήµερα όλη η κοινωνία παρακολουθεί οργισµένη την εισαγγελέα Μαρία-Ελένη Νικολού να ξεπλένει µε την πρόταση της τον παιδοβιαστή και µαστρωπό Ηλία Μίχο και τους υπόλοιπους παιδοβιαστές ενώ την ίδια στιγµή κατηγορεί τη µητέρα της 12χρονης ότι εξέδιδε το παιδί της.
Το σύστηµα δουλεύει συντεταγµένα και το αποδεικνύει ακόµα µία φορά. Η αστυνοµία εµπλεκόµενη προφανώς σε µαφιόζικα κυκλώµατα όπως έχουµε δει από µία σειρά υποθέσεων που το αποδεικνύουν (υπόθεση Greek mafia, υπόθεση Ηλιούπολης) όχι µόνο δεν συνέλλεξε στοιχεία για την ενοχή του κατηγορούµενου. Όχι µόνο δεν ερεύνησε τον οίκο ανοχής που η 12χρονη κατήγγειλε ότι την εξέδιδε ο Μίχος αλλά κάθε φορά αποθάρρυνε τη µητέρα της 12χρονης και όλα τα συγγενικά πρόσωπα να προβούν σε όποια καταγγελία ήθελαν να προβούν.
Ένας ακόμα χρόνος βρίσκει τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση χωρίς δικαιώματα και προοπτική να ζήσουν σε ένα περιβάλλον όπου η φωνή, τα αιτήματα και οι ανάγκες τους θα γίνονται σεβαστά. Στο πεδίο της εκπαίδευσης, καμία σταθερή δομή δεν προβλέπει διεπιστημονική συνεργασία για την ψυχοκοινωνική και εκπαιδευτική υποστήριξη των παιδιών που έχουν κακοποιηθεί, ενώ καμία θεσμική προστασία δεν προβλέπεται για τις/τους εκπαιδευτικούς που μεταφέρουν καταγγελίες παιδιών. Στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, τα εθνικά σχέδια δράσης για την προστασία κακοποιημένων παιδιών διαχρονικά παραμένουν σε επίπεδο εξαγγελιών, την ίδια στιγμή που αρμοδιότητες αποδίδονται σε διάσπαρτες, υποστελεχωμένες υπηρεσίες. Χαρακτηριστικά, στην Αττική υπηρετούν από 3-7 υπάλληλοι (ανά περιφερειακή ενότητα) με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται τα θέματα αυτά εκ περιτροπής σαν μια γραφειοκρατική διαδικασία κι όχι σαν μια σύνθετη, ευαίσθητη διαδικασία, που απαιτεί χρόνο, εξειδικευμένους χειρισμούς, κοινωνική έρευνα, παρακολούθηση και εποπτεία διαρκείας.